Ο ρουκετοπόλεμος είναι ένα έθιμο που τηρείται κάθε Πάσχα και οι δύο «αντίπαλες» ενορίες, του Αγίου Μάρκου και της Παναγίας της Ερυθιανής, εκτοξεύουν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου χιλιάδες αυτοσχέδιες ρουκέτες με στόχο το καμπαναριό της αντίπαλης εκκλησίας.
Ο ρουκετοπόλεμος της Χίου, αποτελεί ένα από τα παλαιότερα Βρονταδούσικα έθιμα, το οποία έχει τις ρίζες του πίσω στα χρόνια της τούρκικης κατοχής. Οι Βρονταδούσοι για να συμμετάσχουν με εντυπωσιακό τρόπο στο χαρμόσυνο εορταστικό των ημερών του Πάσχα, καθιέρωσαν το φαντασμαγορικό αυτό έθιμο. Οι ρουκέτες αντικατέστησαν τα κανονάκια και τα όπλα (σουρντάδα) των παλαιότερων εποχών. Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, η γόμωση των κανονακίων γινόταν με μπαρούτι και ως εκ τούτου είχαμε ισχυρότατες εκρήξεις. Το 1889 οι Τούρκοι έκαναν μια κατάσχεση στα κανονάκια, επειδή υπήρχε ο φόβος να δημιουργηθούν εξεγέρσεις από τους κατοίκους του νησιού, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια αυτών των εορτασμών.
Η όλη διαδικασία ξεκινά από την επομένη του Πάσχα και ολοκληρώνεται το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου με την εκτόξευση και της τελευταίας ρουκέτας. Οι κάτοικοι των ενοριών, σχηματίζουν παρέες που θα ασχοληθούν με την κατασκευή των ρουκετών. Κάθε ομάδα χρησιμοποιεί το δικό της όνομα και αποτελείται από τρία έως πέντε άτομα, κυρίως νεαρής ηλικίας. Η κάθε ενορία φτιάχνει όσες περισσότερες ρουκέτες μπορεί, αφού νικητής του ρουκετοπόλεμου είναι αυτός που θα ρίξει τις περισσότερες ρουκέτες στον αντίπαλο. Μετά επιλέγουν τις θέσεις των «πυροβολείων» και στήνουν τους ρουκετοσύρτες, κατασκευές πάνω στις οποίες τοποθετούνται οι ρουκέτες που θα εκτοξευθούν. Αρχικά η ρίψη των ρουκετών γινόταν από τις σκεπές των εκκλησιών αλλά μετά από μερικά ατυχή περιστατικά, η ρίψη συνεχίστηκε έως σήμερα από τα χωράφια γύρω από τις εκκλησίες.